balancer
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ba.lɑ̃.se/
- ⓘ
Ρήμα
balancer (fr) (μεταβατικό)
- ζυγίζω
- εξισορροπώ
- (μεταφορικά) (οικείο) ξεφορτώνομαι
- (οικείο) προδίδω, καταδίδω
- (αργκό) ταρακουνώ
- ταλαντεύω
- λικνίζω
- αμφιταλαντεύομαι
- ça balance ! - (μιλώντας για μουσική) έχει έντονο ρυθμό
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη balance
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.