Matti
Φινλανδικά (fi)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈmɑtːi/ [ˈmɑ̝t̪ːi]
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Mat‐ti
Κύριο όνομα
Matti αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet ens
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
Σουηδικά (sv)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
Δανικά (da)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
Πολωνικά (pl)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
Γερμανικά (de)
Ετυμολογία
- Matti < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.