Amazonas

Πορτογαλικά (pt)

Προφορά

ΔΦΑ : /ɐ.maˈzo.nɐs/ & /ɐ.mɐˈzo.nɐʃ/
 

Κύριο όνομα

Amazonas (pt) αρσενικό

  1. ποταμός της Αμερικής, ο Αμαζόνιος
  2. πολιτεία της Βραζιλίας, η Αμαζόνας
    συντομογραφία AM
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.