-είδης
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | -είδης | οἱ | -εῖδαι |
| γενική | τοῦ | -είδου | τῶν | -ειδῶν |
| δοτική | τῷ | -είδῃ | τοῖς | -είδαις |
| αιτιατική | τὸν | -είδην | τοὺς | -είδᾱς |
| κλητική ὦ! | -είδη | -εῖδαι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -είδᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | -είδαιν | ||
| Πληθυντικός -εῖδαι (μακρά παραλήγουσα). | ||||
| 1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Ἀτρείδης' όπως «Ἀτρείδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Επίθημα
-είδης αρσενικό
Σύνθετα
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -ίδης στο Βικιλεξικό
Ειδικότερα, λήγουν σε ε-ίδης και περισπώνται στον πληθυντικό:
- Κατηγορία:Κύρια ονόματα που λήγουν σε -είδης (αρχαία ελληνικά)
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.