-έξ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

-έξ < γαλλική -ex

Επίθημα

-έξ

  1. επίθημα μεταφραστικών δανείων από γαλλικέ ή αγγλικές λέξεις
    πυρέξ
  2. επίθημα σχηματισμού φίρμας ή μάρκας επιχείρησης ή προϊόντος
    κλινέξ
  3. γενικότερο επίθημα σχηματισμού λέξεων
    στρώμα + -έξ > στρωματέξ
  4. επίθημα σχηματισμού ειρωνικών, μειωτικών ή ευκαιριακά σχηματισμένων λέξεων
    χωριατέξ

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.