Ἀργειφόντης
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ἀργειφόντης | οἱ | Ἀργειφόνται |
| γενική | τοῦ | Ἀργειφόντου | τῶν | Ἀργειφοντῶν |
| δοτική | τῷ | Ἀργειφόντῃ | τοῖς | Ἀργειφόνταις |
| αιτιατική | τὸν | Ἀργειφόντην | τοὺς | Ἀργειφόντᾱς |
| κλητική ὦ! | Ἀργειφόντᾰ | Ἀργειφόνται | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀργειφόντᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Ἀργειφόνταιν | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| 1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ἀργειφόντης < (Ἄργος) ... + -φόντης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
Ἀργειφόντης αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) φονιάς του Άργου (προσωνυμία του θεού Ερμή)
- άλλες μορφές: Ἀργεϊφόντης, ἀργεφάντης
- (ελληνική μυθολογία) φονιάς ερπετού (προσωνυμία του θεού Απόλλωνα)
- Ἀργιφόντης
Πηγές
- Ἀργειφόντης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Ἀργειφόντης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
και Ἀργεϊφόντης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.