ابریشم
Περσικά (fa)
Ετυμολογία
- ابریشم < (κληρονομημένο) μέση περσική [1] < πρωτοϊρανική *upawraišamah(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Απόγονοι
ابریشم (πρωτοϊρανική)
- ⇒ μέση περσική ʾp̄lyšwm,ʾp̄lyšm
- ⇒ περσικά: ابریشم
- ↷ αραβικά: أبريسم (ʔabrīsam), إبْرَيْسَم (ʔibraysam)
- ↷ χίντι: रेशम (reśam)
- ↷ οθωμανικά τουρκικά: ابرشیم (ibrişim)
- ⇒ τουρκικά: ibrişim
- ↷ βουλγαρικά: ибришим (ibriším)
- ↷ νέα ελληνικά: μπρισίμι, μπιρσίμι
- ↷ οθωμανικά τουρκικά: ابرشیم (ibrişim)
→ και δείτε ابریشم#Descendants στο αγγλικό Βικιλεξικό
Αναφορές
- σελ. 4@books.google - MacKenzie, David Neil (2014) A concise Pahlavi dictionary (Συνοπτικό λεξικό μέσης περσικής Παχλαβί-αγγλικής γλώσσας), Νέα Υόρκη: Routledge. 1η έκδοση:1971.
Πηγές
- ABRĪŠAM, silk - Encyclopædia Iranica (1982), iranicaonline.org (1992- στα αγγλικά)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.