ψευδοσοφία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψευδοσοφία οι ψευδοσοφίες
      γενική της ψευδοσοφίας των ψευδοσοφιών
    αιτιατική την ψευδοσοφία τις ψευδοσοφίες
     κλητική ψευδοσοφία ψευδοσοφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ψευδοσοφία < ψευδο- + -σοφία

Ουσιαστικό

ψευδοσοφία θηλυκό

  1. κενά λόγια που ακούγονται βαρυσήμαντα, συχνά εσφαλμένα και παραπλανητικά
  2. ψευτοφιλοσοφία

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.