χρυσούς
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /xɾiˈsus/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χρυ‐σούς
Επίθετο
χρυσούς (κλιτικοί τύποι από την αρχαία κλίση στο χρυσοῦς)
- (αρχαιοπρεπές) χρυσός ιδίως στην έκφραση
- ↪ ο χρυσούς αιώνας του Περικλέους
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.