φυτάς

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

φυτάς < από το επίθετο φυτός, φυτή, φυτόν

Ουσιαστικό

φυτάς, τῆς φυτάδος

  1. το φυτό και ίσως ειδικότερα η ελιά
  2. το βλαστάρι για φύτεμα


Συγγενικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.