φράρος

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

φράρος < βενετική frar[1]

Ουσιαστικό

φράρος αρσενικό

  • (χριστιανισμός) καθολικός μοναχός, καπουτσίνος
      17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Γ', στίχ. 66 (65-66) @anemi.lib.uoc.gr
    σὰ πεθυμᾶς, τὴ ρουφιανιά, μὰ θὲ νὰ σ’ ἀβιζάρω·
    κατέχεις ἕναν ἀδερφὸ πὼς ἔχει ἡ νύφη φράρο;
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 92.
      17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Γ', στίχ. 111 (111-113) @anemi.lib.uoc.gr
    Τὸν ἀδερφό μου γύρεψε, κερὰ Πετροῦ, τὸ φράρο,
    καὶ πέ του νἄρθῃ ὥς ἐδεπά, γὶα νὰ τὸν ἀβιζάρω,
    εἰς ὀρδινιὰ νὰ ’ναι καὶ αὐτὸς, καλὰ νὰ τόνε δείρῃ.
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 95.

  • φρά
  • φρᾶ
  • φράρ

Αναφορές

  1. Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 263.

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.