φιλικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
φιλικά
<
φιλικός
Επίρρημα
φιλικά
με φιλικό τρόπο
(
ειδικότερα
)
με φιλικό και όχι ερωτικό τρόπο ή σκοπό
Μεταφράσεις
φιλικά
αγγλικά
:
friendly
(en)
αρμενικά
:
ընկերաբար
(hy)
γαλλικά
:
amicalement
(fr)
εσπεράντο
:
amike
(eo)
ουγγρικά
:
barátságosan
(hu)
ρουμανικά
:
prietenește
(ro)
φινλανδικά
:
ystävällisesti
(fi)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
φιλικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
φιλικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.