φθογγογραφία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | φθογγογραφία | οι | φθογγογραφίες |
| γενική | της | φθογγογραφίας | των | φθογγογραφιών |
| αιτιατική | τη | φθογγογραφία | τις | φθογγογραφίες |
| κλητική | φθογγογραφία | φθογγογραφίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Παράγωγα
Μεταφράσεις
φθογγογραφία
|
|
Αναφορές
- φθογγογραφία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.