φίλτρον
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τὸ | φίλτρον | τὰ | φίλτρᾰ |
| γενική | τοῦ | φίλτρου | τῶν | φίλτρων |
| δοτική | τῷ | φίλτρῳ | τοῖς | φίλτροις |
| αιτιατική | τὸ | φίλτρον | τὰ | φίλτρᾰ |
| κλητική ὦ! | φίλτρον | φίλτρᾰ | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | φίλτρω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | φίλτροιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «τέκνον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
φίλτρον ουδέτερο
- μαγικό παρασκεύασμα, μαντζούνι για να προκαλέσεις τον έρωτα κάποιου ή γενικά για να πετύχεις κάτι
- (μεταφορικά) αυτό που καταφέρνει με έμμεσο τρόπο κάτι δύσκολο, που δεν συνδέεται άμεσα μαζί του και μοιάζει άσχετο, οπότε η δράση του μοιάζει μαγική ενώ έχει λογική ερμηνεία
- ↪ τὴν γεωργίαν... εἰρήνης φίλτρον τοῖς πολίταις (γιατί η γεωργία είναι το καλύτερο μαγικό παρασκεύασμα για την ειρήνη <κάνει τους πολίτες να αγαπούν την ειρήνη εξηγεί πιο πάνω ο Πλούταρχος>)
- έρωτας
- ↪ οὐκ ἐπὶ θανάτῳ διδόναι [φάρμακον] ἀλλ᾽ ἐπὶ φίλτροις : δεν του το έδωσε για να προκαλέσει το θάνατό του, αλλά τον έρωτά του -Αντιφών)
- στοργή, τρυφερότητα, αγάπη, συμπόνια, η μεγάλη εύνοια
- ↪ τὸ πρὸς τὴν πατρίδα φίλτρον
- ↪ τὰ θεῶν δὲ φίλτρα φροῦδα Τροίᾳ (: χάθηκαν με μιας τώρα για την Τροία όσα έκανε γι αυτήν η αγάπη των θεών <στους οποίους αναφέρεται πριν διεξοδικά ο Ευριπίδης στις Τρωάδες>)
- φίλητρον
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη φίλος
Πηγές
- φίλτρον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- φίλτρον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.