υποτίμημα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υποτίμημα τα υποτιμήματα
      γενική του υποτιμήματος των υποτιμημάτων
    αιτιατική το υποτίμημα τα υποτιμήματα
     κλητική υποτίμημα υποτιμήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

υποτίμημα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

υποτίμημα ουδέτερο

  • λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.