υπερχλωρυδρία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | υπερχλωρυδρία | οι | υπερχλωρυδρίες |
| γενική | της | υπερχλωρυδρίας | των | υπερχλωρυδριών |
| αιτιατική | την | υπερχλωρυδρία | τις | υπερχλωρυδρίες |
| κλητική | υπερχλωρυδρία | υπερχλωρυδρίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- υπερχλωρυδρία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
υπερχλωρυδρία θηλυκό
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
υπερχλωρυδρία
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.