υπερπαραθυρεοειδισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | υπερπαραθυρεοειδισμός | οι | υπερπαραθυρεοειδισμοί |
| γενική | του | υπερπαραθυρεοειδισμού | των | υπερπαραθυρεοειδισμών |
| αιτιατική | τον | υπερπαραθυρεοειδισμό | τους | υπερπαραθυρεοειδισμούς |
| κλητική | υπερπαραθυρεοειδισμέ | υπερπαραθυρεοειδισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- υπερπαραθυρεοειδισμός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
υπερπαραθυρεοειδισμός αρσενικό
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
υπερπαραθυρεοειδισμός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.