υπεραπλουστευτικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- υπεραπλουστευτικά < υπεραπλουστευτικός + -ά
Επίρρημα
υπεραπλουστευτικά
- με υπεραπλουστευτικό τρόπο
- Αντίθετα οι Σέρβοι επεδίωκαν, (υπεραπλουστευτικά βέβαια) να λύσουν το πρόβλημα σαν ένα απλό μειονοτικό ζήτημα, αποφεύγοντας τη διεθνοποίησή του και παραχωρώντας μια μικρή αυτονομία στο Κοσσυφοπέδιο (πράγμα που ίσχυε συνταγματικά αλλά δεν εφαρμοζόταν λόγω του μποϊκοτάζ των εκλογών από τους Αλβανούς), κατά τα πρότυπα που ίσχυαν στην άλλη αυτόνομη επαρχία της Βοϊβοδίνας. (*)
Συγγενικά
- → δείτε τις λέξεις υπεραπλουστεύω και απλός
Μεταφράσεις
υπεραπλουστευτικά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
υπεραπλουστευτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του υπεραπλουστευτικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.