τσιγκολελέτα
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | τσιγκολελέτα | οι | τσιγκολελέτες |
| γενική | της | τσιγκολελέτας | των | τσιγκολελετών |
| αιτιατική | την | τσιγκολελέτα | τις | τσιγκολελέτες |
| κλητική | τσιγκολελέτα | τσιγκολελέτες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
→ ζητούμενο λήμμα
Ουσιαστικό
τσιγκολελέτα θηλυκό
- ψευδολέξη που συμπληρώνει ιαμβικά και καταληκτικά το παιδικό τραγούδι "ένα φράγκο η βιολέτα" (παλιότερα -έττα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.