τι κάνεις
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈti ˈkanis/
Βιβλίο φράσεων
τι κάνεις;
- (κυριολεκτικά) ποια πράξη κάνεις (αυτή τη στιγμή);
- — Τι κάνεις εκεί;
- — Πλένω πιάτα.
- — Άστα. Θα τα κάνω εγώ αργότερα.
- άλλες μορφές: επίσημο, σε πληθυντικό ευγενείας: τι κάνετε;
- (χαιρετισμός, οικείο, στον ενικό) σε τι ψυχική κατάσταση βρίσκεσαι; η ζωή σου είναι καλή;
- άλλες μορφές: επίσημο, σε πληθυντικό ευγενείας: τι κάνετε;
- ≈ συνώνυμα: πώς είσαι;
- εκφράσεις: τι μου κάνεις;
Απαντήσεις
Πιθανές απαντήσεις στον χαιρετισμό:
- είμαι καλά
- είμαι πολύ καλά
- όχι και τόσο καλά
- ρήμα είμαι & χαρούμενος, άρρωστος
- προφορικό: είμαι στα χάλια μου]
Μεταφράσεις
ποια πράξη κάνεις;
|
χαιρετισμός: σε τι ψυχική κατάσταση βρίσκεσαι;
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.