τετρα-

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τετρα- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική τετρ(α)- < αρχαία ελληνική τέτταρα (τέσσερα)

Προφορά

ΔΦΑ : /te.tɾa/

Πρόθημα

τετρα-, τετρά- & τετρ- (συνήθως πριν από α)

  1. δίνει την έννοια του τέσσερα στο δεύτερο συνθετικό
    Η λέξη «παράθυρο» είναι τετρασύλλαβη.
    Η καμπίνα μας είναι τετράκλινη.
    Η εταιρεία αγόρασε ένα καινούριο τετραξονικό φορτηγό.
  2. (σε επιτατική χρήση) δίνει έμφαση στο δεύτερο συνθετικό
    τετραπέρατος
    Αυτός είναι τετράπαχος, έχει πάρα πολλά περιττά κιλά.

Σύνθετα

  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρα- στο Βικιλεξικό
  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρά- στο Βικιλεξικό
  • Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρ- στο Βικιλεξικό

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.