συσσιτιάρχης

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο συσσιτιάρχης οι συσσιτιάρχες
      γενική του συσσιτιάρχη των συσσιτιαρχών
    αιτιατική τον συσσιτιάρχη τους συσσιτιάρχες
     κλητική συσσιτιάρχη συσσιτιάρχες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

συσσιτιάρχης < συσσίτιο + -άρχης

Ουσιαστικό

συσσιτιάρχης αρσενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.