συν Αθηνά και χείρα κίνει

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

συν Αθηνά και χείρα κίνει < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή φράση στο μύθο του Αισώπου «Ανήρ ναυαγός» σὺν Ἀθηνᾷ καὶ σὺ χεῖρας κίνει[1] (συν Αθηνά και χείρας κίνει)  δείτε τις λέξεις συν, Αθηνά, και, χειρ, χείρ, χείρα και κίνει, αρχαία προστακτική του κινῶ / κινέω

Προφορά

ΔΦΑ : /sin‿Aθiˈna ce‿ˈçira ˈcini/

Παροιμία

συν Αθηνά και χείρα κίνει

  • (αρχαιοπρεπές) κυριολεκτικά: εκτός από (το να καλείς, επικαλείσαι) τη θεά Αθηνά (για να σε βοηθήσει), κούνα] και τα χέρια σου· δηλαδή, δε φτάνει να επικαλείσαι βοήθεια από τα θεία ή την τύχη, αλλά οφείλεις να καταβάλεις και τις απαιτούμενες προσπάθειες, ώστε να επιτύχεις αυτό που θέλεις

  • συν Αθηνά και χείρας κίνει
  • συν Αθηνά (συντετμημένη)

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. χειρ - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.