συνθετικά
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά
- ΔΦΑ : /sin.θe.tiˈka/
Επίρρημα
συνθετικά
- στιχουργικά (από την άποψη της στιχουργικής)
Μεταφράσεις
συνθετικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
συνθετικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του συνθετικό, ουδέτερου γένους του συνθετικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
συνθετικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του συνθετικό
- η λέξη επαναπροσδιορίζω έχει τέσσερα συνθετικά: επι-, ανα-, προσ-, και διορίζω
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.