σπιτάλι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σπιτάλι τα σπιτάλια
      γενική του σπιταλιού των σπιταλιών
    αιτιατική το σπιτάλι τα σπιτάλια
     κλητική σπιτάλι σπιτάλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σπιτάλι < μεσαιωνική ελληνική σπιτάλιν < ὁσπιτάλιον < μεσαιωνική λατινική hospitale

Ουσιαστικό

σπιτάλι ουδέτερο

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.