σκατο-
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σκατο- < ως συνώνυμο του κοπρο- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σκατο-
- νεότερες συνθέσεις, μειωτικά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σκατο- < σκατ(όν) + -ο- [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ska.to/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σκα‐το-
Πρόθημα
σκατο- ή σκατό-
- πρώτο συνθετικό
- που δηλώνει αναφορά στα ανθρώπινα περιττώματα
- σκατοφαγία
- ≈ συνώνυμα: κοπρο-
- (προφορικό, λαϊκότροπο, μειωτικό ή υβριστικό) για χαρακτηρισμό εκείνου που δηλώνεται στο δεύτερο συνθετικό
- σκατοκατάσταση
- σκατόγερος
- που δηλώνει αναφορά στα ανθρώπινα περιττώματα
Σύνθετα
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα σκατο- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα σκατό- στο Βικιλεξικό
- σκατο- - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
Αναφορές
- σκατο- - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ετυμολογία
- σκατο- < ως συνώνυμο του κοπρο- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σκατο-
Πρόθημα
σκατο- ή σκατό-
- πρώτο συνθετικό
- που δηλώνει αναφορά στα ανθρώπινα περιττώματα
- μυξοσκατοφάγος
- ≈ συνώνυμα: κοπρο-
- (μειωτικό, υβριστικό) για χαρακτηρισμό εκείνου που δηλώνεται στο δεύτερο συνθετικό
- σκατόγερος
- που δηλώνει αναφορά στα ανθρώπινα περιττώματα
Σύνθετα
- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα σκατο- στο Βικιλεξικό
- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα σκατό- στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- σκατο- - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
Πρόθημα
σκατο- ή σκατό-
- πρώτο συνθετικό που δηλώνει αναφορά στα ανθρώπινα περιττώματα
- σκατόφαγος, σκατοφάγος
- ≈ συνώνυμα: κοπρο-
Σύνθετα
- σκατοφαγέω
- σκατόφαγος, σκατοφάγος
- σκατοφόροι
Αναφορές
- «σκατό» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
- Λέξεις σκατο- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.