σαβαρέν

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σαβαρέν < (λόγιο δάνειο) γαλλική savarin < από το όνομα του γάλλου πολιτικού και γαστρονόμου Jean Anthelme Brillat-Savarin [1]

Προφορά

ΔΦΑ : /sa.vaˈɾen/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σαβαρέν

Ουσιαστικό

σαβαρέν ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.