ρυθμαπόδοση
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ρυθμαπόδοση | οι | ρυθμαποδόσεις |
| γενική | της | ρυθμαπόδοσης* | των | ρυθμαποδόσεων |
| αιτιατική | τη | ρυθμαπόδοση | τις | ρυθμαποδόσεις |
| κλητική | ρυθμαπόδοση | ρυθμαποδόσεις | ||
| * παλιότερος λόγιος τύπος, ρυθμαποδόσεως | ||||
| Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
ρυθμαπόδοση
|
Πηγές
- ρυθμαπόδοση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.