ριζοβράχι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ριζοβράχι τα ριζοβράχια
      γενική
    αιτιατική το ριζοβράχι τα ριζοβράχια
     κλητική ριζοβράχι ριζοβράχια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ριζοβράχι < ριζά + -ο- + βράχος +

Ουσιαστικό

ριζοβράχι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.