προβλέπτης
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
| λόγια μεσαιωνική ελληνική με αρχαία κλίση | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | προβλέπτης | οἱ | προβλέπται | ||||
| γενική | τοῦ | προβλέπτου | τῶν | προβλεπτῶν | ||||
| δοτική | τῷ | προβλέπτῃ | τοῖς | προβλέπταις | ||||
| αιτιατική | τὸν | προβλέπτην | τοὺς | προβλέπτας | ||||
| κλητική ὦ! | προβλέπτα | προβλέπται | ||||||
| 1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Ετυμολογία
- προβλέπτης < προβλέπ(ω) + -της. Συγκρίνετε με το προβλεπτής.
Ουσιαστικό
προβλέπτης, -ου
- ο προβλέπων, αυτός που προβλέπει
- ※ 6ος αιώνας Ιωάννης της Κλίμακος (Ιωάννης ο Σιναΐτης, περίπου 525-605), Κλίμαξ, Λόγος Δ
- μὴ ζητῶμεν προγνώστας μηδὲ προβλέπτας ἀλλὰ πρὸ πάντων πάντως ταπεινόφρονας
- ※ 6ος αιώνας Ιωάννης της Κλίμακος (Ιωάννης ο Σιναΐτης, περίπου 525-605), Κλίμαξ, Λόγος Δ
- για τον τίτλο αξιωματούχου → δείτε τη λέξη προβλεπτής
Συγγενικά
- προβλεπτικός (ο ικανός να προβλέπει)
- → και δείτε τη λέξη προβλέπω
Πηγές
- σελ.687 - Liddell, Henry George. Scott, Robert, Αν. Κωνσταντινίδης (εκδ.) Μέγα λεξικόν της ελληνικής γλώσσης. Μετάφραση: Ξενοφών Π. Μόσχος. Επιμέλεια: Μιχαήλ Κωνσταντινίδης. Τυπογραφικά Καταστήματα Ανέστη Κωνσταντινίδη (1901-1906). Ανατύπωση: Ι. Σιδέρης, χ.χ. Τόμοι 4. - online στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Μαθηματικών
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.