πορτουλάκα

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. οι κοινές ονομασίες: μεταξάκι, λεμονανθός, νυχτολούλουδο. Sarri.greek  | 11:47, 13 Απριλίου 2022 (UTC).


Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πορτουλάκα οι πορτουλάκες
      γενική της πορτουλάκας
    αιτιατική την πορτουλάκα τις πορτουλάκες
     κλητική πορτουλάκα πορτουλάκες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Το λουλούδι μιας πορτουλάκας με χρώμα λευκό.

Ετυμολογία

πορτουλάκα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

πορτουλάκα θηλυκό

  • (βοτανική, λουλούδι) το φυτό (και το άνθος του) του είδους Portulaca grandiflora, του γένους Portulaca (Πορτουλάκη)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.