ποδόσφαιρα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ποδόσφαιρα | οι | ποδόσφαιρες |
| γενική | της | ποδόσφαιρας | των | ποδοσφαιρών |
| αιτιατική | την | ποδόσφαιρα | τις | ποδόσφαιρες |
| κλητική | ποδόσφαιρα | ποδόσφαιρες | ||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ποδόσφαιρα < → λείπει η ετυμολογία
Μεταφράσεις
ποδόσφαιρα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.