περιαρθρίτιδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η περιαρθρίτιδα οι περιαρθρίτιδες
      γενική της περιαρθρίτιδας των περιαρθρίτιδων
    αιτιατική την περιαρθρίτιδα τις περιαρθρίτιδες
     κλητική περιαρθρίτιδα περιαρθρίτιδες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

περιαρθρίτιδα < περι- + αρθρίτιδα

Ουσιαστικό

περιαρθρίτιδα θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.