πεμπτοφαλαγγίτης
| Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | πεμπτοφαλαγγίτης | οι | πεμπτοφαλαγγίτες |
| γενική | του | πεμπτοφαλαγγίτη | των | πεμπτοφαλαγγιτών |
| αιτιατική | τον | πεμπτοφαλαγγίτη | τους | πεμπτοφαλαγγίτες |
| κλητική | πεμπτοφαλαγγίτη | πεμπτοφαλαγγίτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- πεμπτοφαλαγγίτης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
πεμπτοφαλαγγίτης αρσενικό
- μέλος ομάδας που ενεργεί υπέρ του επιτιθέμενου μέρους, εντός του στρατοπέδου του αμυνόμενου. Ο προδότης. Έννοια που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε δημοσιογραφική περιγραφή μάχης του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου (1936-1939) κατά την οποία οι πολιορκούμενοι απειλούνταν από τέσσερις φάλαγγες εκτός των τειχών και μία πέμπτη εντός των τειχών
Μεταφράσεις
πεμπτοφαλαγγίτης
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.