οἰνοχόος
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | οἰνοχόος | οἱ | οἰνοχόοι |
| γενική | τοῦ | οἰνοχόου | τῶν | οἰνοχόων |
| δοτική | τῷ | οἰνοχόῳ | τοῖς | οἰνοχόοις |
| αιτιατική | τὸν | οἰνοχόον | τοὺς | οἰνοχόους |
| κλητική ὦ! | οἰνοχόε | οἰνοχόοι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | οἰνοχόω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | οἰνοχόοιν | ||
| Πάντα ασυναίρετο. | ||||
| 2η κλίση, ομάδα 'πλόος πλοῦς', Κατηγορία 'πλόος' όπως «πλόος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Αναφορές
- §235D - Smyth, Herbert Weir (1920) A Greek grammar for colleges. (Ελληνική [αρχαία] γραμματική για τα κολλέγια). (στα αγγλικά) Νέα Υόρκη: American Book Company
Πηγές
- οἰνοχόος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- οἰνοχόος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.