οδηγός συσκευής
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- οδηγός συσκευής → δείτε τις λέξεις οδηγός και συσκευή, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική device driver
Πολυλεκτικός όρος
οδηγός συσκευής (πληθυντικός προγράμματα οδήγησης)
- (πληροφορική) device driver: πρόγραμμα που λειτουργεί ως διεπαφή (interface) μεταξύ λειτουργικού συστήματος και συσκευής (πχ. σκληρός δίσκος, εκτυπωτής, κάρτα γραφικών, κλπ), γραμμένο από τον κατασκευαστή ειδικά για την συσκευή του
Συνώνυμα
- (εν συντομία) οδηγός
- (Unix) αρχείο συσκευής
- πρόγραμμα οδήγησης
Υπερώνυμα
Μεταφράσεις
οδηγός συσκευής
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.