μπαγκαλόου

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μπαγκαλόου < αγγλική bungalow < χίντι बंगला (baṅglā, Βεγγάλη[1]) < बंगाल (baṅgāl) +‎ -आ < σανσκριτική वङ्ग (vaṅga)

Προφορά

ΔΦΑ : /ba.gaˈlo.u/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπαγκαλόου

Ουσιαστικό

μπαγκαλόου ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά

  • Bungalow στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

  1. Σπίτια τού στιλ της Βεγγάλης.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.