μπαγιονέτ

Νέα ελληνικά (el)

Λαμπτήρας μπαγιονέτ με διάμετρο 22 χιλιοστά (B22)

Ετυμολογία

μπαγιονέτ < (λόγιο δάνειο) γαλλική baïonnette[1] < Bayonne (Μπαγιόν)

Προφορά

ΔΦΑ : /ba.ʝoˈnet/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπαγιονέτ

Ουσιαστικό

μπαγιονέτ θηλυκό άκλιτο

  1. τύπος κουμπωτού λαμπτήρα που έχει στη βάση του δύο προεξοχές με τις οποίες στερεώνεται στο ντουί
  2. τύπος ντουί για τους παραπάνω λαμπτήρες, που αντί για σπείρωμα (βιδώματος) έχει δύο συμμετρικές πλευρικές εγκοπές σε σχήμα «Γ» όπου κουμπώνει (στερεώνεται) ο λαμπτήρας

Αντώνυμα

  • B15, B22

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.