μετωπικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
μετωπικά
<
μετωπικός
Επίρρημα
μετωπικά
κατά
μέτωπο
, από
μπροστά
Συγγενικά
μετωπιαίος
μετωπικότητα
μετωπικός
μέτωπο
Μεταφράσεις
μετωπικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
μετωπικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
μετωπικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.