μαχαιρᾶς

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική μαχαιρᾶς
      γενική τοῦ μαχαιρ
      δοτική τῷ μαχαιρ
    αιτιατική τὸν μαχαιρᾶν
     κλητική ! μαχαιρ
ανώμαλη κλίση, Κατηγορία 'Μηνᾶς' όπως «Μηνᾶς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μαχαιρᾶς (ελληνιστική κοινή) < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

μαχαιρᾶς, -ᾶ αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.