κοραλλί

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κοραλλί < κοράλλ(ι) +

Προφορά

ΔΦΑ : /ko.ɾaˈli/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κοραλλί
τονικό παρώνυμο: κοράλλι

Ουσιαστικό

κοραλλί ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά

 και δείτε τη λέξη κοράλλι

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.