κλίνω το γόνυ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κλίνω το γόνυ < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
- γονατίζω σε ένδειξη τιμής
- (μεταφορικά) σέβομαι, εκφράζω σεβασμό
- (και ειρωνικά)
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.