κατάλληλα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κατάλληλα < κατάλληλ(ος) +

Προφορά

ΔΦΑ : /kaˈta.li.la/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κατάλληλα

Επίρρημα

κατάλληλα

  1. ανάλογα
  2. όπως ταιριάζει, όπως αρμόζει
  3. ενδεδειγμένα

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

κατάλληλα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.