εξωμήτριος κύηση
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εξωμήτριος κύηση < → δείτε τις λέξεις εξωμήτριος και κύηση
Πολυλεκτικός όρος
εξωμήτριος κύηση θηλυκό
- η κύηση εμβρύου που εξελίσσεται έξω από τη μήτρα, όταν δηλαδή το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται εκτός της κοιλότητας της μήτρας
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
εξωμήτριος κύηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.