ενημερώνομαι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ενημερώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος ενημερώνω

Ρήμα

ενημερώνομαι

  1. λαμβάνω τις πιο πρόσφατες πληροφορίες για ένα θέμα, είμαι πληροφορημένος για αυτό
  2. (πληροφορική) (για λογισμικό) γίνομαι, με πρόσθεση κώδικα ή με αντικατάσταση του υπάρχοντος, η πιο πρόσφατη έκδοση προγράμματος, εφαρμογής, κλπ.

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.