εμπρός
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εμπρός < αρχαία ελληνική ἐμπρός
Προφορά
- ΔΦΑ : /emˈbɾos/
Επιφώνημα
εμπρός
- προσφώνηση που χρησιμοποιείται στο τηλέφωνο
- απάντηση στο χτύπημα της πόρτας
- με προστακτική ή άλλη ισοδύναμη έκφραση, για έντονη προτροπή ή προσταγή
- ↪ Εμπρός πες μας τι θέλεις.
- ↪ Εμπρός ξεκινά, μη χασομεράς.
Εκφράσεις
- εμπρός μαρς
Μεταφράσεις
εμπρός
|
→ δείτε τη λέξη μπροστά |
Πηγές
- εμπρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.