εκφυλιστικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
εκφυλιστικά
<
εκφυλιστικός
+
-ά
Επίρρημα
εκφυλιστικά
με
εκφυλιστικό
τρόπο
Συγγενικά
→
δείτε
τις
λέξεις
εκφυλίζω
και
φύλο
Μεταφράσεις
εκφυλιστικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
εκφυλιστικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
εκφυλιστικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.