εκμουσουλμανισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εκμουσουλμανισμός οι εκμουσουλμανισμοί
      γενική του εκμουσουλμανισμού των εκμουσουλμανισμών
    αιτιατική τον εκμουσουλμανισμό τους εκμουσουλμανισμούς
     κλητική εκμουσουλμανισμέ εκμουσουλμανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εκμουσουλμανισμός < εκ- + μουσουλμανισμός

Ουσιαστικό

εκμουσουλμανισμός αρσενικό

Πηγές

  • εκμουσουλμανισμός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.