δειπνώ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δειπνώ < αρχαία ελληνική δειπνέω / δειπνῶ
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη δείπνο
Κλίση
Ενεργητική φωνή
| Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
| α' ενικ. | δειπνώ | δειπνούσα | θα δειπνώ | να δειπνώ | δειπνώντας | |
| β' ενικ. | δειπνείς | δειπνούσες | θα δειπνείς | να δειπνείς | (δείπνει) | |
| γ' ενικ. | δειπνεί | δειπνούσε | θα δειπνεί | να δειπνεί | ||
| α' πληθ. | δειπνούμε | δειπνούσαμε | θα δειπνούμε | να δειπνούμε | ||
| β' πληθ. | δειπνείτε | δειπνούσατε | θα δειπνείτε | να δειπνείτε | δειπνείτε | |
| γ' πληθ. | δειπνούν(ε) | δειπνούσαν(ε) | θα δειπνούν(ε) | να δειπνούν(ε) | ||
| Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
| α' ενικ. | δείπνησα | θα δειπνήσω | να δειπνήσω | δειπνήσει | ||
| β' ενικ. | δείπνησες | θα δειπνήσεις | να δειπνήσεις | δείπνησε | ||
| γ' ενικ. | δείπνησε | θα δειπνήσει | να δειπνήσει | |||
| α' πληθ. | δειπνήσαμε | θα δειπνήσουμε | να δειπνήσουμε | |||
| β' πληθ. | δειπνήσατε | θα δειπνήσετε | να δειπνήσετε | δειπνήστε | ||
| γ' πληθ. | δείπνησαν δειπνήσαν(ε) |
θα δειπνήσουν(ε) | να δειπνήσουν(ε) | |||
| Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
| πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
| α' ενικ. | έχω δειπνήσει | είχα δειπνήσει | θα έχω δειπνήσει | να έχω δειπνήσει | ||
| β' ενικ. | έχεις δειπνήσει | είχες δειπνήσει | θα έχεις δειπνήσει | να έχεις δειπνήσει | ||
| γ' ενικ. | έχει δειπνήσει | είχε δειπνήσει | θα έχει δειπνήσει | να έχει δειπνήσει | ||
| α' πληθ. | έχουμε δειπνήσει | είχαμε δειπνήσει | θα έχουμε δειπνήσει | να έχουμε δειπνήσει | ||
| β' πληθ. | έχετε δειπνήσει | είχατε δειπνήσει | θα έχετε δειπνήσει | να έχετε δειπνήσει | ||
| γ' πληθ. | έχουν δειπνήσει | είχαν δειπνήσει | θα έχουν δειπνήσει | να έχουν δειπνήσει |
| |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.