γραφικό στοιχείο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

γραφικό στοιχείο <  δείτε τις λέξεις γραφικός και στοιχείο < (γραφικό) μαραφέτι < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική widget

Πολυλεκτικός όρος

  • (πληροφορική), (GUI) widget: ένα από τα πολλά μέσα αλληλοεπίδρασης του χρήστη με το γραφικό περιβάλλον του υπολογιστή, όπως ένα (γραφικό) πλήκτρο «καταχώρηση» ή «ακύρωση», ένα μενού επιλογών, ένα κουτί καταχώρησης, κλπ.

Υπερώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.